Α

αμούσκευτος αμωλώπιστος
άμουσος αμώμητος
αμούστακος άμωμος
αμούχλιαστος αν
αμόχθητος ανά
άμοχθος ανα-
αμπαζούρ αναβαθμίζω
άμπακας αναβαθμίς
άμπακος αναβάθμιση
αμπαλάζ αναβαθμολόγηση
αμπαλάρισμα αναβαθμολογώ
αμπαλάρω αναβαθμός
αμπάλωτος ανάβαθος
αμπάρα αναβάθρα
αμπάρι ανάβαθρο
αμπάριζα αναβαίνω
αμπάρωμα αναβάλλω
αμπαρώνω αναβαπτίζω
αμπαρωτός αναβάπτιση
αμπέλι αναβάπτισμα
αμπελικός αναβαπτισμός
αμπελίσιος ανάβαση
αμπελοβλάσταρο αναβατήρας
αμπελοκαλλιέργεια αναβάτης
αμπελόκηπος αναβατικός
άμπελος αναβάτρια
αμπελουργία αναβιβάζω
αμπελουργική αναβίβαση
αμπελουργός αναβιβασμός
αμπελοφάσουλο αναβιώνω
αμπελοφιλοσοφία αναβίωση
αμπελόφυλλο αναβλασταίνω
αμπελοχώραφα αναβλαστάνω
αμπελώνας αναβλάστημα
αμπέρ αναβλάστηση
αμπέχονο ανάβλεμμα
αμπιγιέ αναβλέπω
αμπιγιέζ ανάβλεψη
αμπιγιέρ ανάβλημα
αμπογιάντιστος αναβλητικός
αμπογιάτιστος αναβλητικότητα
αμπόδεμα αναβλύζω
αμποδένω ανάβλυση
αμπολή αναβολέας
αμπόλιαστος αναβολή
άμποτε αναβολικός
αμπούλα αναβολισμός
αμπρί αναβοώ
άμπωτη ανάβρα
αμπώχνω αναβράζω
αμυαλιά αναβρασμός
άμυαλος αναβροχιά
αμυγδαλάτος ανάβροχος
αμυγδαλεκτομή αναβρύζω
αμυγδαλέλαιο ανάβρυσμα
αμυγδαλεώνας αναβρυτήριο
αμυγδαλή αναβρυώ
αμυγδαλιά ανάβω
αμυγδαλίτιδα αναγάλλια
αμυγδαλιώνας αναγαλλιάζω
αμύγδαλο αναγάλλιαση
αμυγδαλοειδής αναγάλλιασμα
αμυγδαλόλαδο αναγαλλιασμός
αμυγδαλοτομία αναγάπητος
αμυγδαλόψιχα αναγγελία
αμυγδαλωτός αναγγέλλω
αμυδρός αναγγελτήριος
αμυδρότητα αναγγελτικός
αμυησία αναγειρτός
αμύητος ανάγειρτος
αμύθητος αναγέλασμα
αμυθολόγητος αναγελαστής
αμυκτήριστος αναγελαστικός
αμυλάλευρο αναγελάστρα
άμυλο αναγελώ
αμυλοσάκχαρο αναγέννηση
αμυλούχος αναγεννησιακός
αμυλώδης αναγεννητής
άμυνα αναγεννητικός
αμύνομαι αναγεννήτρια
αμυντικός αναγεννώ
αμυντικότητα αναγέρνω
αμύριστος αναγερτός
αμύρωτος αναγινώσκω
αμυσταγώγητος αναγκάζω
αμυχή αναγκαίος
αμφαρίστερος αναγκαιότητα
αμφεταμίνη αναγκασμός
άμφια αναγκαστικός
αμφίαλος αναγκεμένος
αμφιβάλλω ανάγκη
αμφιβιακός αναγλείφω
αμφίβιος αναγλυφή
αμφιβιοτικός αναγλυφικός
αμφιβληστροειδής αναγλυφικότητα
αμφιβληστροειδίτιδα αναγλυφοειδής
αμφιβολία αναγλυφοποιία
αμφίβολος αναγλυφοποιός
αμφίβραχυς ανάγλυφος
αμφίγειο αναγλύφω
αμφιγένεση αναγνώθω
αμφίγνωμος αναγνωρίζω
αμφιγνώμων αναγνώριση
αμφιγονία αναγνωρίσιμος
αμφιδέξιος αναγνώρισμα
αμφιδεξιότητα αναγνωρισμός
αμφίδρομος αναγνωριστικός
αμφίεση ανάγνωση
αμφιθαλής αναγνώσιμος
αμφιθεατρικός αναγνωσιμότητα
αμφιθέατρο ανάγνωσμα
αμφιθυμία αναγνωσματάριο
αμφίθυμος αναγνωστήριο
αμφικλινής αναγνώστης
αμφίκοιλος αναγνωστικό
αμφικτίονες αναγνωστικός
αμφικτιονία αναγνώστρια
αμφικτιονικός αναγόρευση
αμφικυκλικός αναγορεύσιμος
αμφίκυκλος αναγορευτικός
αμφίκυρτος αναγορεύω
αμφιλεγόμενος αναγούλα
αμφίλεκτος αναγουλιάζω
αμφιλογία αναγούλιασμα
αμφίλογος αναγουλιαστικός
αμφιλύκη ανάγραμμα
αμφιμασχάλια αναγραμματίζω
αμφίπλευρος αναγραμματικός
αμφιπρόστυλος αναγραμμάτιση
αμφιρρεπής αναγραμματισμός
αμφιρρέπω αναγραφή
αμφίρροπος αναγράφω
αμφισβήτημα ανάγω
αμφισβήτηση αναγωγή
αμφισβητήσιμος αναγωγικός
αμφισβητητικός ανάγωγος
αμφισβητίας αναδάσιμος
αμφισβητώ αναδασμός
αμφισημία αναδασώνω
αμφίσημος αναδάσωση
αμφίστομος αναδασωτέος
αμφίστροφος αναδεικνύω
αμφιταλαντεύομαι ανάδειξη
αμφιταλάντευση αναδείχνω
αμφιτρύωνας αναδεκτός
αμφιφυλόφιλος ανάδελφος
αμφορέας ανάδεμα
αμφοτεροβαρής αναδενδρώνω
αμφότεροι αναδένδρωση
αμφοτέρωθεν αναδεντράδα