αναδεκτός


αναδεκτός
Προφορά

Ετυμολογία
αναδεκτός από το ρ. αναδέχομαι

Ερμηνεία
αναδεκτός

✦ κ. αναδεχτός, -ή, -ό επίθ. (Κ -κτός, -ή, -όν) βαφτισιμιός, αναδεξιμιός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.