αναβλύζω


αναβλύζω
Προφορά

Ετυμολογία
αναβλύζω αρχαία ελληνική ἀναβλύζω

Ερμηνεία
ρήμα αναβλύζω

✦ (για υγρά) αναπηδώ με ορμή, ξεχύνομαι: αναβλύζει νερό από την πηγή
✦ (μτβ.) ξεχύνω προς τα πάνω

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.