αμπιγιέ


αμπιγιέ
Προφορά

Ετυμολογία
αμπιγιέ └γαλλ┘ habillé

Ερμηνεία
αμπιγιέ

✦ άκλ. ντύσιμο κατάλληλο για επίσημη εμφάνιση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.