ταλαντωτής Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply ταλαντωτήςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/ταλαντωτής.mp3Ετυμολογίαταλαντωτής αρχαία ελληνική ρ. ταλαντῶ Ερμηνείαουσιαστικό└αρσενικό┘ ο ταλαντωτής ✦ συσκευή για την παραγωγή ταλαντώσεων, δηλ. περιοδικών εναλασσόμενων ρευμάτων Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–