ροταριανός
Προφορά
Ετυμολογία
ροταριανός └αγγλ┘Rotarian
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ροταριανός -ή, -ό
✦ μέλος του ρόταρι, διεθνούς οργάνωσης με τοπικά παραρτήματα, που έχει σκοπό την κοινωνική άνοδο των μελών της και την πραγματοποίηση φιλανθρωπικών έργων
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–