ντους
Προφορά
Ετυμολογία
ντους └γαλλ┘ douche
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└άκλιτο┘ το ντους
✦ λουτρό με κρύο νερό
✦ μπάνιο, πλύσιμο του σώματος με εξακόντιση νερού
✦ ειδική υδραυλική εγκατάσταση στο χώρο του μπάνιου που εξακοντίζει νερό
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–