ντουσιέρα


ντουσιέρα
Προφορά

Ετυμολογία
ντουσιέρα ντους + κατάλ. -ιερα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ντουσιέρα

✦ αβαθής, μαρμάρινη ή πορσελάνινη λεκάνη κάτω από εγκατάσταση ντους σε λουτρό σπιτιού

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.