κοντοζύγωμα
Προφορά
Ετυμολογία
κοντοζύγωμα κοντοζυγώνω
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το κοντοζύγωμα
✦ προσέγγιση, πλησίασμα: ο ερχομός της άνοιξης είναι τώρα χυμένος στον αέρα. Αν κλείσεις τα μάτια, θ’ ακούσεις στ’ αφτιά σου το κοντοζύγωμά της (Άγγ. Τερζάκης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–