είκοσι


είκοσι
Προφορά

Ετυμολογία
είκοσι αρχαία ελληνική εἴκοσι

Ερμηνεία
είκοσι

✦ άκλ. απόλ. αριθμ. αριθμός, ποσότητα από δύο δεκάδες (20)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.