αξιογέλαστος
Προφορά
Ετυμολογία
αξιογέλαστος άξιος + γελάω -ώ
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αξιογέλαστος -η, -ο
✦ άξιος χλευασμού: του φαινότανε τώρα τόσο αστεία όλη εκείνη η σκηνή στο κουρείο. Μα τι δεν ήταν αξιογέλαστο; (Γ. Θεοτοκάς)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–