τόρσο Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply τόρσοΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/6/τόρσο.mp3Ετυμολογίατόρσο └ιταλ┘torso (= κοτσάνι) Ερμηνείαουσιαστικό└άκλιτο┘ το τόρσο ✦ γλυπτή παράσταση του κορμού του ανθρώπινου σώματος· (ειδ.) ο κορμός ενός αγάλματος, χωρίς κεφάλι, χέρια και πόδια Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–