καταλασπώνω


καταλασπώνω
Προφορά

Ετυμολογία
καταλασπώνω κατά + λασπώνω

Ερμηνεία
ρήμα καταλασπώνω

✦ (με επιτατ. σημ.) λερώνω με λάσπες: πρόβαλε στην πύλη… κουρελιασμένος, καταλασπωμένος (Γ. Θεοτοκάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.