φορμαλισμός
Προφορά
Ετυμολογία
φορμαλισμός └γαλλ┘ formalisme
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο φορμαλισμός
✦ τάση που στηρίζεται στην άποψη ότι η μορφή και η τεχνική είναι το μέσο και ο σκοπός της καλλιτεχνικής δημιουργίας
✦ σχολαστική προσήλωση στους εξωτερικούς τύπους, στους κανόνες της κοινωνικής, θρησκευτικής κτλ. ζωής
✦ άποψη, αρχή κατά την οποία οι ενέργειες οφείλουν να γίνονται σύμφωνα μ’ ορισμένους τύπους: νομικός φορμαλισμός
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–