τρενσκότ


τρενσκότ
Προφορά

Ετυμολογία
τρενσκότ └αγγλ┘trench coat

Ερμηνεία
τρενσκότ

✦ άκλ. ουσ. αδιάβροχη καμπαρντίνα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.