συντελεστικός


συντελεστικός
Προφορά

Ετυμολογία
συντελεστικός μεταγενέστερη ελληνική συντελεστικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ συντελεστικός -ή, -ό

✦ που συντελεί σε κάτι, υποβοηθητικός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.