σκελεθρωμένος


σκελεθρωμένος
Προφορά

Ετυμολογία
σκελεθρωμένος σκέλεθρο

Ερμηνεία
επίθετο┘ σκελεθρωμένος -η, -ο

✦ σκελετωμένος: και το σκελεθρωμένο σου κορμί ξαναχλωραίνω (Κ. Παλαμάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.