σάζω


σάζω
Προφορά

Ετυμολογία
σάζω μεσαιωνική ελληνική σιάζω

Ερμηνεία
σάζω

✦ κ. σάζω κ. σιάχνω ρ. (έσιαξα, σιάχτηκα, σιαγμένος) ισιώνω, τακτοποιώ, σιγυρίζω
✦ επισκευάζω, διορθώνω
✦ (αμτβ.) εξομαλύνομαι, τακτοποιούμαι
✦ φρ. τα σιάξανε, συμφιλιώθηκαν

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.