προάγγελος
Προφορά
Ετυμολογία
προάγγελος μεταγενέστερη ελληνική επίθετο προ-άγγελος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό ή θηλυκό┘ ο, η προάγγελος
✦ αυτός που αναγγέλλει κάτι από πριν, που προειδοποιεί, που προμηνά: το αηδόνι είναι προάγγελος της άνοιξης
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–