παρακλάδι
Προφορά
Ετυμολογία
παρακλάδι μεσαιωνική ελληνική παρακλάδιον
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το παρακλάδι
✦ μικρό κλαδί δέντρου ή θάμνου που φυτρώνει από τις μασχάλες των φύλλων
✦ (μτφ. ) καθετί που αποσχίζεται από ένα σύνολο και που αποτελεί εξαρτημένο μέρος του: επιχείρηση – οργάνωση με διάφορα παρακλάδια
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–