οφείλω


οφείλω
Προφορά

Ετυμολογία
οφείλω αρχαία ελληνική ὀφείλω

Ερμηνεία
ρήμα οφείλω

✦ χρωστώ ιδ. χρήματα
✦ είμαι υποχρεωμένος, έχω καθήκον: όφειλες να είσαι προσεκτικότερος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.