οινοφόρος Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply οινοφόροςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/οινοφόρος.mp3Ετυμολογίαοινοφόρος αρχαία ελληνική οἰνοφόρος Ερμηνεία οινοφόρος ✦ -ος κ. -α, -ο επίθ. (Κ -ος, -ον) που περιέχει κρασί ✦ (για τόπο) οινοπαραγωγός Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–