μυθοποιώ


μυθοποιώ
Προφορά

Ετυμολογία
μυθοποιώ αρχαία ελληνική μυθοποιῶ

Ερμηνεία
ρήμα μυθοποιώ -είς, -εί

✦ συνθέτω, επινοώ μύθους
✦ προσδίδω σε πρόσωπο, φαινόμενο ή περιστατικό μυθικές ιδιότητες, δημιουργώ μυθική αίγλη γύρω απ’ αυτό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.