μεσημεριάζω


μεσημεριάζω
Προφορά

Ετυμολογία
μεσημεριάζω μεσημέρι

Ερμηνεία
ρήμα μεσημεριάζω

✦ αργοπορώ, με βρίσκει το μεσημέρι
✦ ξεκουράζομαι κατά τις μεσημεριανές ώρες
✦ (απρόσ.) μεσημεριάζει, μεσημέριασε, κοντεύει μεσημέρι, είναι κιόλας μεσημέρι

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.