μάσκουλο


μάσκουλο
Προφορά

Ετυμολογία
μάσκουλο └ιταλ┘λ.

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το μάσκουλο

✦ μεντεσές
✦ είδος κροτίδας: μη ρίξετε μάσκουλα στο πανηγύρι, βγάζει διαταγή ο νομάρχης (Κ. Παλαμάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.