λεξιλογικός


λεξιλογικός
Προφορά

Ετυμολογία
λεξιλογικός – Η ετυμολογία λείπει.

Ερμηνεία
επίθετο┘ λεξιλογικός -ή, -ό

✦ αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο λεξιλόγιο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.