κόκα κόλα


κόκα κόλα
Προφορά

Ετυμολογία
κόκα κόλα └αγγλ┘coca cola

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κόκα κόλα

✦ εμπορική ονομασία αεριούχου ποτού παρασκευαζόμενο από εκχυλίσματα φύλλων κόκας, από τα οποία έχει αφαιρεθεί η κοκαΐνη, και σπερμάτων κόλας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.