κουλτουριάρης
Προφορά
Ετυμολογία
κουλτουριάρης κουλτούρα
Ερμηνεία
└επίθετο┘ κουλτουριάρης -α, -ικο
✦ αρσ. κ. θηλ. ως ουσ., αυτός που δείχνει επιδεικτικό ενδιαφέρον για θέματα κουλτούρας, που παριστάνει τον διανοούμενο
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–