κοινωνία


κοινωνία
Προφορά

Ετυμολογία
κοινωνία αρχαία ελληνική κοινωνία

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κοινωνία

✦ επιμιξία
✦ σύνολο ανθρώπων που συμβιώνουν σ’ έναν τόπο ή σε μιαν εποχή
✦ σύνολο ζώων του ίδιου είδους που ζουν ομαδικά
✦ υψηλή κοινωνία – καλή κοινωνία, οι ανώτατες και ανώτερες κοινωνικές τάξεις
✦ (εκκλ.) αγία κοινωνία, η θεία μετάληψη

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.