καφετζής
Προφορά
Ετυμολογία
καφετζής └τουρκ┘kahvecι
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο καφετζής
✦ θηλ. καφετζού ο ιδιοκτήτης καφενείου, καφεπώλης
✦ (ειδ.) θηλ. καφετζού, γυναίκα που μαντεύει παρελθόντα και μέλλοντα κοιτώντας τα απομεινάρια του καφέ σε φλιτζάνι
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–