κάψουλα Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply κάψουλαΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/3/κάψουλα.mp3Ετυμολογίακάψουλα └λατιν┘ capsula, υποκοριστικό του capsa (= κιβώτιο) Ερμηνεία κάψουλα ✦ (Κ καψύλλιον) μικρή θήκη από ζύμη ή ζελατίνα για τα φάρμακα που έχουν δυσάρεστη γεύση Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–