κατασκευάζω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply κατασκευάζωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/3/κατασκευάζω.mp3Ετυμολογίακατασκευάζω αρχαία ελληνική κατασκευάζω Ερμηνεία└ρήμα┘ κατασκευάζω ✦ δημιουργώ κάτι χρησιμοποιώντας τεχνικά μέσα και υλικά, φτιάχνω ✦ (μτφ. ) επινοώ, μηχανεύομαι Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–