καταρράκτης


καταρράκτης
Προφορά

Ετυμολογία
καταρράκτης αρχαία ελληνική καταρράκτης

Ερμηνεία
καταρράκτης

✦ απότομη πτώση των νερών ποταμού από μεγάλο ύψος
(μτφ. ) οποιαδήποτε άφθονη και ορμητική ροή
✦ αρρώστια των ματιών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.