κατάσχω


κατάσχω
Προφορά

Ετυμολογία
κατάσχω αρχαία ελληνική κατάσχω, υποτακτ. αορ. κατέσχον του ρήματος κατέχω

Ερμηνεία
ρήμα κατάσχω

✦ ενεργώ κατάσχεση: φυσικό ήταν η τράπεζα να κατασχέσει τα ακίνητά τους αφού δεν πλήρωσαν τα δάνεια – η εξουσία κατάσχεσε ένα αρχαίο άγαλμα στα χέρια του μπακάλη (Κ. Παλαμάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.