καμαροφρυδούσα


καμαροφρυδούσα
Προφορά

Ετυμολογία
καμαροφρυδούσα καμάρα + φρύδι

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο καμαροφρυδούσα

✦ θηλ. καμαροφρύδα κ. καμαροφρυδούσα που έχει τοξωτά φρύδια

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.