καθοδηγητικός
Προφορά
Ετυμολογία
καθοδηγητικός καθοδήγηση
Ερμηνεία
└επίθετο┘ καθοδηγητικός -ή, -ό
✦ που καθοδηγεί ή προορίζεται για να καθοδηγεί: καθοδηγητικό όργανο – χρήση των λέξεων για σκοπούς διδακτικούς ή καθοδηγητικούς (Γ. Σεφέρης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–