επιδεικτικότητα


επιδεικτικότητα
Προφορά

Ετυμολογία
επιδεικτικότητα επιδεικτικός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η επιδεικτικότητα

✦ η ιδιότητα του επιδεικτικού, το να επιδεικνύεται κάποιος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.