εκφόρτιση


εκφόρτιση
Προφορά

Ετυμολογία
εκφόρτιση εκφορτίζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η εκφόρτιση

✦ αφαίρεση ηλεκτρικού φορτίου από συσκευή στην οποία έχει αποθηκευτεί ηλεκτρική ενέργεια

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.