διαισθητικός


διαισθητικός
Προφορά

Ετυμολογία
διαισθητικός διαίσθησις

Ερμηνεία
επίθετο┘ διαισθητικός -ή, -ό

✦ ο σχετικός με τη διαίσθηση
✦ (για πρόσ.) ο προικισμένος με την ικανότητα της διαίσθησης

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.