βοηθώ Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply βοηθώΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/2/βοηθώ.mp3Ετυμολογίαβοηθώ αρχαία ελληνική βοηθῶ Ερμηνεία└ρήμα┘ βοηθώ -άς, -ά ✦ δίνω βοήθεια, συντρέχω κάποιον Συνώνυμαενισχύω, επικουρώ, υποστηρίζωΑντίθετα–Επιρρήματα–