βιοψία


βιοψία
Προφορά

Ετυμολογία
βιοψία βιο- + όψις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η βιοψία

(ιατρ.) η αφαίρεση ζωντανού τμήματος ιστού του σώματος, για μικροσκοπική εξέταση που έχει σκοπό διαγνωστικό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.