αυλακίζω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply αυλακίζωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/1/αυλακίζω.mp3Ετυμολογίααυλακίζω αρχαία ελληνική αὐλακιάζω Ερμηνεία αυλακίζω ✦ κ. αυλακίζω ρ. (αυλάκ-ιασα, -ιάστηκα, -ισμένος) ανοίγω αυλάκια ✦ διοχετεύω το νερό σε αυλάκι Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–