αυγίτης
Προφορά
Ετυμολογία
αυγίτης αρχαία ελληνική αὐγίτης
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο αυγίτης
✦ ορυκτό πυριτικό άλας του ασβεστίου, μαγνησίου, σιδήρου και αργιλίου με χαρακτηριστικό σκουροπράσινο έως μαύρο χρώμα και υελώδη λάμψη
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–