αδιοριστία


αδιοριστία
Προφορά

Ετυμολογία
αδιοριστία αρχαία ελληνική ἀδιοριστία

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αδιοριστία

✦ χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την υποβολή αιτήσεως μέχρι το μόνιμο διορισμό δημοσίου υπαλλήλου (η λ. αναφέρεται σε επαγγέλματα όπως οι καθηγητές, δάσκαλοι κτλ.): οι μαθηματικοί έχουν δέκα χρόνια αδιοριστία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.