αδελφοποίηση
Προφορά
Ετυμολογία
αδελφοποίηση αδελφοποιώ
Ερμηνεία
αδελφοποίηση
✦ (Κ αδελφοποίησις, -εως) επίσημη πράξη με την οποία δύο ή περισσότερα πρόσωπα δίνουν αμοιβαία υπόσχεση αδελφικής αγάπης και αφοσίωσης
✦ η καθιέρωση ειδικών δεσμών ανάμεσα σε δύο πόλεις διαφορετικών χωρών, με σκοπό την ανάπτυξη φιλικών σχέσεων και πολιτιστικών ανταλλαγών
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–