αΐδιος


αΐδιος
Προφορά

Ετυμολογία
αΐδιος αρχαία ελληνική ἀίδιος

Ερμηνεία
επίθετο┘ αΐδιος -ος, -ον

✦ αιώνιος, παντοτινός: αΐδιος μνήμη – η ψυχή είναι η ακτίς. Ακτίς του αϊδίου, του απείρου, του υπερτελείου φωτός (Αλ. Παπαδιαμάντης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


2 Replies to “αΐδιος”

  1. ΚωνσταντίνοςΑλ

    Εξ όσων γνωρίζω, “αΐδιος” δεν σημαίνει απλώς “αιώνιος”, αλλά μή έχων ούτε αρχήν, ούτε τέλος, ενώ αιώνιος είναι ο έχων αρχήν, αλλ’ όχι τέλος.

    Αν έχω δίκαιον, πρόκειται για παράλειψιν του λεξικού, η οποία φτωχαίνει την γλώσσαν μας.

    20230910 1950

    Reply
  2. Κωνσταντίνα

    διλεκτικό ουσιαστικό (όρος που δρα ως μονήρες ουσιαστικό)

    μερολογικό απλό (αγγλ. mereological simple)

    (μερολογία/μέρος + λόγος/mereology) κάθε πράγμα που δεν έχει κανονικά μέρη/τμήματα

    το φιλοσοφικό άτομο/άτμητο

    Reply

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.