ένδον


ένδον
Προφορά

Ετυμολογία
ένδον αρχαία ελληνική ἔνδον

Ερμηνεία
επίρρημα ένδον

✦ (συγκριτ. ενδότερον κ. ενδοτέρω) εντός, εσωτερικά, μέσα
✦ τα ένδον, τα ενδότερα: μέτρο αποστολικό και νόμος ήταν όλα τα ένδον του θυσιαστηρίου (Τ. Παπατσώνης)

Συνώνυμα

Αντίθετα
έξω
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.