έκκεντρος
Προφορά
Ετυμολογία
έκκεντρος αρχαία ελληνική ἔκκεντρος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ έκκεντρος -η, -ο
✦ που βρίσκεται έξω από το κέντρο κύκλου
✦ (μηχανολ.) ο στρεφόμενος γύρω από άξονα που δεν περνά από το κέντρο του
✦ (μαθημ.) έκκεντροι κύκλοι, εγγεγραμμένοι κύκλοι που δεν έχουν το ίδιο κέντρο
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–