έθνος
Προφορά
Ετυμολογία
έθνος αρχαία ελληνική ἔθνος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το έθνος
✦ σύνολο ατόμων που συνδέονται με κοινό ιστορικό παρελθόν, κοινά στοιχεία πολιτισμού και κοινά ιδανικά και έχουν, συνήθως, κοινή γλώσσα και θρησκεία
✦ σύνολο ατόμων που έχουν συνείδηση κοινής ιστορικής, κοινωνικής, πολιτισμικής κτλ. παράδοσης, αυτόνομη πολιτική συγκρότηση και κατοικούν σε καθορισμένη εδαφική έκταση
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–