φορμαλιστής


φορμαλιστής
Προφορά

Ετυμολογία
φορμαλιστής └γαλλ┘ formaliste

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο φορμαλιστής

✦ θηλ. φορμαλίστρια οπαδός του φορμαλισμού, ιδιαίτερα ο καλλιτέχνης που φροντίζει περισσότερο τη μορφή από το περιεχόμενο, την ουσία του έργου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.